Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2013

Michael Collins, το «Γελαστό Παιδί» από την Ιρλανδία Brendan Behan, Βασίλης Ρώτας, Μίκης Θεοδωράκης και ο Στέφανος Βελδεμίρης, νεκρός μιας σκοτεινής εποχής

Χατζιδάκις/Κατερίνα/Θεοδωράκης1963
Brendan Behan, Connemara Ιρλανδία, 
1959, © Irish Photo Archive
Βασίλης Ρώτας

Tα «μνημόνια» της Ευρωπαϊκής κρίσης δεν είναι το πρώτο περιστατικό που έδειξαν τα κοινά στις ιστορικές διαδρομές της Ελλάδας και της Ιρλανδίας. Είναι οι μόνες περιπτώσεις Ευρωπαϊκών χωρών, στις οποίες αμέσως μετά τον πόλεμο της ανεξαρτησίας τους - ή και μέσα στον ίδιο τον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο - ξέσπασε και σκληρός εμφύλιος. Στην Ελλάδα το 1823-1825, μέσα στην Επανάσταση, στην Ιρλανδία το 1921-1922, αμέσως μετά την Συνθήκη ειρήνης με την Αγγλία, που της εξασφάλιζε ανεξαρτησία, στην αρχή ημιτελή, εκατό χρόνια μετά την Ελλάδα. Φυσικά, μέσα σε 120 χρόνια, συνέβη στην Ελλάδα και άλλος, νεότερος Εμφύλιος (1946 - 1949), κάτι που απέφυγαν οι φίλοι και εταίροι μας από το «Πράσινο Νησί» του Αγίου Πατρικίου. 
Διαβάζοντας το άρθρο του Τάκη Καμπύλη για το πασίγνωστο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη «Το Γελαστό Παιδί», με τους στίχους του Brendan Behan, μεταγλωττισμένους από τον Βασίλη Ρώτα, ήρθε στο μυαλό μου η παραλληλία του νησιού στον Ατλαντικό και της δικής μας χώρας στη Μεσόγειο και στη Βαλκανική, οι μυθοποιήσεις και οι ιδεολογικές στρεβλώσεις δύσκολων εθνικών ιστοριών, πολύ δύσκολων για να εξορθολογισθούν.
O Michael Collins με τη
στολή των ανταρτών 
Ιρλανδών Εθελοντών, 
1916, Εξέγερση Πάσχα
Brendan Behan, Connemara
1959, © Irish Photo Archive
Brendan Behan, 
χαρακτικό του Jack Coughlin



Γράφει ο Τ. Καμπύλης, μεταξύ των άλλων : 
«Είμαστε μια βδομάδα πριν από το Πολυτεχνείο. Στα δημοτικά και στα γυμνάσια, τάξεις και μαθητικές ομάδες ετοιμάζονται ήδη πυρετωδώς για τη γιορτή της νεολαίας. Η κόρη μου ανέλαβε να συνοδέψει με την κιθάρα της τη χορωδία του σχολείου στο «Γελαστό Παιδί». Την ακούω να κάθεται ώρες και να προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με τις συγχορδίες του Θεοδωράκη.
Δύσκολο τραγούδι μουσικά, ακόμη πιο δύσκολο εννοιολογικά. Γεμίζει το στόμα της στον στίχο «σκοτώσαν οι εχθροί μας το γελαστό παιδί». Και η κόρη μου, όπως υποθέτω και χιλιάδες νέοι σʼ αυτή τη χώρα μαθαίνουν λάθος την ιστορία του «γελαστού παιδιού». 
Βλέπετε όταν ο Ιρλανδός ποιητής Brendan Behan έγραφε για το γελαστό παιδί δεν υπήρχε πουθενά η φράση σκοτώσαν οι εχθροί μας ή σκοτώσαν οι φασίστες το γελαστό παιδί. Ο Behan έγραψε το «Γελαστό παιδί» μέσα στο καμίνι του ιρλανδικού εμφυλίου και ο αυθεντικός στίχος ήταν «σκοτώσαν οι δικοί μας το Γελαστό Παιδί»
Επρόκειτο για έναν νεαρό Ιρλανδό που δολοφονήθηκε από Ιρλανδούς και ο Behan έγραψε ακριβώς γιʼ αυτό. Για το ότι Ιρλανδοί συμπατριώτες στέρησαν από έναν Ιρλανδό το δικαίωμα να πεθάνει τιμημένα στον αγώνα εναντίον των Άγγλων, δηλαδή το «σκοτώσαν οι δικοί μας το γελαστό παιδί».
Στην Ελλάδα αλλοιώθηκε το ποίημα του Ιρλανδού ποιητή στην Ελλάδα ασελγήσαμε πάνω στην αλήθεια μιας απώλειας...».
το άρθρο του Τάκη Καμπύλη δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα "Μεταρρύθμιση", 08/11/2013
Ο Τάκης Καμπύλης είναι δημοσιογράφος, ΓΔ του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Δήμου Αθηναίων, 9.84
Δουβλίνο, Πάσχα 1916, σκηνή από τις μάχες μέσα στην πόλη


Michael Collins, «the Laughing Boy»
Τα γεγονότα: 
Tο Γελαστό Παιδί είναι θρύλος στην Ιρλανδία αλλά δεν είναι ανώνυμος νεκρός του Ιρλανδικού Εμφυλίου. Πρόκειται για τον Michael Collins (στην Γαελική Ιρλανδική: Mícheál Ó Coileáin, 16 Οκτωβρίου 1890 – 22 Αυγούστου 1922). Ήταν ο μικρότερος γόνος σε μια οικογένεια με 8 παιδιά και γεννήθηκε σ' ένα χωριό κοντά στο Κόρκ. Από τα 13 του, ζώντας πότε στο Κόρκ, πότε στο Λονδίνο και πότε στη Νέα Υόρκη, αναμίχθηκε σε Ιρλανδικές πατριωτικές οργανώσεις. Στην Ιρλανδική Εξέγερση του Πάσχα (1916), βρέθηκε στο αρχηγείο των επαναστατών στο Κεντρικό Ταχυδρομικό Γραφείο του Δουβλίνου (G.P.O.) με το όπλο στο χέρι δίπλα στους αρχηγούς Patrick Pearse και James Connolly.
Όταν η πρώτη αυτή εξέγερση συντρίφτηκε από τον Αγγλικό στρατό, ο Κόλλινς συνελήφθη, αλλά γλύτωσε τη θανατική ποινή. Στο κενό που προέκυψε μετά την καταδίκη και εκτέλεση των 15 ηγετών του «Πάσχα», ο εξαιρετικός οργανωτής Κόλλινς αναδύθηκε ως νέα ηγετική μορφή, ακόμη και μέσα από τη φυλακή. Στα χρόνια 1917 - 1918, ως ηγετική μορφή του κόμματος Sinn Féin, κατάφερε να στρέψει τον αγώνα της ανεξαρτησίας πρός μη βίαιες μεθόδους, κερδίζοντας κοινοβουλευτική δύναμη. Τελικά, τον Ιανουάριο του 1919, ξέσπασε ο Ιρλανδικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας. 
Στη διάρκεια του πολέμου (1919 - 1921), ο Κόλλινς ανέλαβε υψηλά στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα: Προϊστάμενος Αντικατασκοπείας του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού - IRA, Πρόεδρος της Προσωρινής Κυβέρνησης, μέλος της Ιρλανδικής Αντιπροσωπείας στις διαπραγματεύσεις της Αγγλο-Ιρλανδικής Συνθήκης Ειρήνης, και μετά από αυτήν Διοικητής του Εθνικού Ιρλανδικού Στρατού
Μετά την Συνθήκη Ειρήνης που προέβλεπε μερική ανεξαρτησία, οι Ιρλανδοί διασπάσθηκαν σε υποστηρικτές και αρνητές της Συνθήκης. Στις δημοψηφισματικές εκλογές που ακολούθησαν, οι οπαδοί του «ναί», στους οποίους ανήκε ο Κόλλινς, επικράτησαν, αλλά με ισχυρή απορριπτική μειοψηφία, στην οποία ξεχώριζε ως ηγετική μορφή, μεταξύ των άλλων, ο Έϊμον ντε Βαλέρα, παλιός συναγωνιστής και συμπολεμιστής του Κόλλινς, τώρα πολέμιός του. Ακολούθησε ένας εξαιρετικά σκληρός Εμφύλιος, με πολύ χυμένο αδελφικό αίμα και αντεκδικήσεις. 
Στην σκοτεινή και ανεπαρκώς τεκμηριωμένη ιστορία του Ιρλανδικού Εμφυλίου, ο Κόλλινς βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση: Ενα μεγάλο μέρος του στρατού που ο ίδιος διοικούσε στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, διασπάσθηκε και στράφηκε τώρα εναντίον της εξουσίας που αυτός εκπροσωπούσε. Ο νομιμόφρων στην πλειοψηφία Ιρλανδικός στρατός αναγκάσθηκε τώρα να προμηθεύεται οπλισμό από τους χθεσινούς εχθρούς Άγγλους, για να αντιμετωπίσει τους στασιαστές αδελφούς. Φονικές μάχες Ιρλανδών με Ιρλανδούς έγιναν μέσα στο Δουβλίνο και έξω στη χώρα. Στις προσπάθειες για ειρήνευση, ο ρόλος του Κόλλινς έγινε πολύ ενεργός. Και όταν ο εμφύλιος έδειχνε επιτέλους να ξεθυμαίνει, ο Κόλλινς δολοφονήθηκε έξω απο το Κόρκ, «ένα πρωΐ στις 22 του Αυγούστου», 1922), από ενέδρα των απορριπτικών της συνθήκης.
  
Brendan Behan, The Hostage, αφίσα
Μάϊκλ Κόλλινς και Μπρένταν Μπήαν:
Brendan Behan, Connemara
1959, © Irish Photo Archive
Η μητέρα του συγγραφέα και σεναριογράφου Brendan Francis Behan (Breandán Ó Beacháin, 1923 – 1964) ήταν προσωπική φίλη του Κόλλινς και συμμετείχε στα πολιτικά κινήματα. Ο Brendan Behan έγραψε στην πρώτη του μορφή, τον θρήνο για τον χαμό του Collins, «The Laughing Boy», όταν ήταν 13 χρονών. Στη συνέχεια, μετά το 1937, αναμίχθηκε ενεργά στις βίαιες δραστηριότητες του νεότερου IRA, πράγμα που του στοίχισε πολλές φυλακίσεις. 
Το θεατρικό του έργο στην Γαελική Ιρλανδική γλώσσα An Giall («Ένας Όμηρος») ανέβηκε το 1957 στο Damer Theatre του Δουβλίνου. Στην υπόθεση του έργου, προετοιμάζεται η εκτέλεση ενός 18χρονου μέλους του (νεότερου) IRA, φυλακισμένου σε μια φυλακή του Μπέλφαστ, στην υπό Αγγλική κυριαρχία Βόρεια Ιρλανδία. Ο Όμηρος του τίτλου είναι ο Leslie Williams, ένας νεαρός και αθώος Άγγλος στρατιώτης, που μιλά τη διάλεκτο cockney των Λονδρέζων λαϊκής καταγωγής, ορφανός, που υπηρετούσε τη θητεία του στα σύνορα της Βόρειας Ιρλανδίας με την ανεξάρτητη Ιρλανδική Δημοκρατία. Ο στρατιώτης πιάνεται όμηρος από τον παράνομο IRA, που ζητά την ανταλλαγή του με τον νεαρό μελλοθάνατο. Τον κρατούν φυλακισμένο σ' έναν οίκο ανοχής του Δουβλίνου, όπου παρελαύνουν αλλόκοτες αλλά και ευαίσθητες μορφές ανθρώπινων χαρακτήρων. Το έργο τελειώνει με τα νέα από τη φυλακή του Μπέλφαστ για τον απαγχονισμό του νεαρού. Τότε, σε εκκαθαριστική επιδρομή από μέλη της Αστυνομίας της Ιρλανδικής Δημοκρατίας (An Garda Síochána), ο Λέσλι σκοτώνεται κατά λάθος. Στην πτώση της αυλαίας, το σώμα του ανυψώνεται στον αιθέρα, τραγουδώντας το παλιό στρατιωτικό τραγούδι «The Bells of Hell Go Ting-a-ling-a-ling».
Η μουσική του Μίκη για το έργο

Βασίλης Ρώτας
Bούλα Δαμιανάκου
The Laughing Boy του Brendan Behan, το Γελαστό Παιδί των Βασίλη Ρώτα και Μίκη Θεοδωράκη: 
Όπως επισημαίνει ο Δημήτρης Γκιώνης («Ενας Όμηρος» με πολλούς αποδέκτες, «Ελευθεροτυπία» 12 Νοεμβρίου 2011), 
«τον Οκτώβριο του 1961 (πριν από 50 χρόνια) έφτανε στα χέρια του Μίκη Θεοδωράκη, που τότε βρισκόταν στο Παρίσι, ένα θεατρικό έργο εμπνευσμένο από τον απελευθερωτικό αγώνα του Ιρλανδικού λαού, που περιείχε και μια σειρά ποιημάτων.  
Ηταν το έργο του Ιρλανδού Μπρένταν Μπίαν «Ενας Ομηρος», σε μετάφραση Βασίλη Ρώτα - Βούλας Δαμιανάκου. Έργο και ποιήματα (15 τον αριθμό), άρεσαν στον συνθέτη, που προχώρησε αμέσως στη μελοποίησή τους.
Εξι μήνες αργότερα, τον Απρίλιο του 1962, το έργο παρουσιαζόταν από το «Κυκλικό Θέατρο» του Λεωνίδα Τριβιζά (που είχε κάνει την πρόταση στον συνθέτη), σε σκηνοθεσία του ίδιου, σκηνικά - κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη, με την Ντόρα Γιαννακοπούλου στα τραγούδια, σημειώνοντας μεγάλη καλλιτεχνική κι εμπορική επιτυχία. Τον ίδιο χρόνο, τα τραγούδια με τη Γιαννακοπούλου και τον Δημήτρη Φάμπα στην κιθάρα βγήκαν σε δίσκο (από την Columbia) και στη συνέχεια με τη φωνή του ίδιου του συνθέτη, με εξώφυλλο του Α. Τάσσου (από τη Lyra) και ταυτόχρονα από δύο γαλλικές δισκογραφικές εταιρείες. Δέκα χρόνια αργότερα (1972) ερχόταν να προστεθεί ακόμη μία εκτέλεση, από γαλλική επίσης εταιρεία, με τη Μαρία Φαραντούρη. Εργο και, κυρίως, τραγούδια (με κυρίαρχο «Το Γελαστό παιδί») είχαν, στα χρόνια που ακολούθησαν, μεγάλη απήχηση, καθώς συνδέθηκαν και με Ελληνικά συμβάντα...».  
Και συνεχίζει παρακάτω ο Δ. Γκιώνης, αφού αναφέρεται στην πραγματική ιστορία του Μάϊκλ Κόλλινς:
«...Ο βίος και ο αγώνας του Κόλινς πέρασαν και στον κινηματογράφο το 1996, από τον συμπατριώτη του Νιλ Τζόρνταν [Neil Jordan], με τίτλο «Μάϊκλ Κόλλινς ο επαναστάτης», με τον Λίαμ Νίσον στον επώνυμο ρόλο [Liam Neeson - και με την Julia Roberts], αποσπώντας Χρυσό Λιοντάρι καλύτερης ταινίας και βραβείο καλύτερης ερμηνείας στον Νίσον στο Φεστιβάλ Βενετίας, ενώ απέσπασε και Οσκαρ καλύτερης φωτογραφίας και μουσικής. Στην Ελλάδα το «Γελαστό Παιδί» συνδέθηκε με τη δολοφονία του βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη από τους παρακρατικούς το 1963 - πολύ περισσότερο όταν ο Κώστας Γαβράς το χρησιμοποίησε ως βασικό μουσικό μοτίβο στην ταινία του «Ζ», ενώ στο ίδιο τραγούδι, με τη φωνή της Φαραντούρη, ο στίχος «σκοτώσαν οι δικοί μας το γελαστό παιδί» έγινε «σκοτώσαν οι φασίστες το γελαστό παιδί». Φαραντούρη και Γιαννακοπούλου το περιελάμβαναν στις συναυλίες που έδιναν στη διάρκεια της δικτατορίας στο εξωτερικό.
Αλλά υπάρχει μια σύνδεση και με ένα άλλο τραγούδι του έργου, το «Ηταν 18 Νοέμβρη» - αυτό σχετικά με τη φοιτητική εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 (πριν από 38 χρόνια, τις ημέρες αυτές), όπου το «ήταν 18 Νοέμβρη» έγινε «ήταν 17 Νοέμβρη» (η νύχτα που η χούντα μακέλεψε το Πολυτεχνείο)»
[το πρωτότυπο τραγούδι του Μπήαν αναφέρεται μάλλον στην λεγόμενη Μάχη ή Ενέδρα του Kilmichael, κοντά στο Macroon της επαρχίας  Cork, κατά τη διάρκεια του Ιρλανδικού πολέμου της ανεξαρτησίας, η οποία όμως δεν έγινε στις 18 αλλά στις 28 Νοέμβρη του 1920 - ενώ η αρχική εκτέλεση ακολουθεί την πιστή μεταγλώττιση του Β. Ρώτα του «στρατού του Ιρλανδικού», αντί του μεταγενέστερου «λαϊκού»] 
Ας δούμε, κλείνοντας, τι λέει ο Μίκης Θεοδωράκης για τον «Ομηρο» (στο βιβλίο του «Το χρέος»). Αφού το χαρακτηρίζει ως «αριστούργημα της Ιρλανδικής θεατρικής τέχνης», «υπόδειγμα σύγχρονου δραματικού έργου» και «τέλειο υπόδειγμα για τη σύγχρονη λαϊκή τραγωδία», προσθέτει:  
«Ο Μπίαν εμπνέεται από τον απελευθερωτικό αγώνα του Ιρλανδικού λαού. Δεν μένει όμως εκεί αλλά [...] υψώνει μια σπαρακτική κραυγή μπροστά στον παραλογισμό του πολέμου, που μεταβάλλει τους ανθρώπους σε απλά εξαρτήματα ενός αποτρόπαιου και στυγνού μηχανισμού που ζει με σάρκες και δάκρυα».
Σκοτώσαν «οι δικοί μας» ή «οι εχθροί μας» το Γελαστό Παιδί; 
Και ποιός ήταν ο Στέφανος Βελδεμίρης;
Στην πρωτότυπη μεταγλώτισση του ποιήματος απο τον Βασίλη Ρώτα, για τις ανάγκες του θεατρικού έργου, το Γελαστό Παιδί το σκοτώσαν «οι δικοί μας». Σε επόμενες εκδόσεις η «Ιρλανδική αλήθεια» λυγίζει μπροστά σε «Ελληνικές ανάγκες» και επικαιρότητες.
Ωστόσο, δυό χρόνια πρίν τη δολοφονία του Γρ. Λαμπράκη, ακριβώς όταν ο Β. Ρώτας μεταφράζει αυτά τα τραγούδια από τον Όμηρο του Μπήαν και τα στέλνει στον Μ. Θεοδωράκη (Οκτώβριο 1961), είχε συμβεί μια άλλη δολοφονία, που επισκιάσθηκε από τον μεταγενέστερο φόνο του βουλευτή και ειρηνιστή. Πρόκειται για τη δολοφονία στην συνοικία Ξηροκρήνη της Δυτικής Θεσσαλονίκης του Στέφανου Βελδεμίρη, ανήμερα της γιορτής του πολιούχου Αγίου Δημητρίου, στις 26 Οκτωβρίου 1961. Συνέβη τρεις μόλις ημέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές που έμειναν στην ιστορία ως «οι εκλογές της βίας και της νοθείας» και κατά τις οποίες, εκτός του Βελδεμίρη, είχε δολοφονηθεί στο Δεμίρι Αρκαδίας και ο 24χρονος στρατιώτης Διονύσιος Κερπινιώτης, στέλεχος της ΕΔΑ. Ο Βελδεμίρης, με καταγωγή από τις Συκιές Θεσσαλονίκης, εκτός από το παρατσούκλι «Σβέϊκ» που είχε στο στρατό (πρόσφατα είχε απολυθεί), είχε κερδίσει επάξια λόγω χαρακτήρα το προσωνύμιο «το γελαστό παιδί».
Διονύσης Κερπινιώτης
Στέφανος Βελδεμίρης
Στέφανος Βελδεμίρης
Ο δημοσιογράφος Σπύρος Κουζινόπουλος (Η δολοφονία του γελαστού παιδιού - Ελευθεροτυπία 23 Οκτωβρίου 2011), γράφει:
«...Μετά την απόλυσή του από το στρατό, ο Στέφανος Βελδεμίρης εντείνει την πολιτική δραστηριότητα και όταν προκηρύσσονται οι εκλογές του 1961, αναλαμβάνει όλο το βάρος ευθύνης της τεχνικής προεκλογικής δουλειάς της ΕΔΑ, στήνοντας μεγαφωνικές εγκαταστάσεις στις πόλεις της βόρειας Ελλάδας όταν επρόκειτο να πραγματοποιηθούν συγκεντρώσεις της ΕΔΑ.
Στις 26 Οκτωβρίου, ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, ο Βελδεμίρης μαζί με τον στενό του φίλο και σύντροφό του στη Νεολαία της ΕΔΑ, Μόρφη Στεφούδη, μισθώνουν ένα ταξί και αρχίζουν να σπορπούν προκηρύξεις της αριστεράς στις δυτικές συνοικίες της Θεσσαλονίκης, ...και όταν φτάνουν στην Ξηροκρήνη, ένας χωροφύλακας, ο Σπύρος Φιλίππου, από τους καλύτερους σκοπευτές της αστυνομίας, αρχίζει και πυροβολεί κατά του αυτοκινήτου. Δυο σφαίρες βρίσκουν το Βελδεμίρη στο πίσω μέρος του κεφαλιού και πέφτει νεκρός στην αγκαλιά του συντρόφου του Μ. Στεφούδη. «Τους την είχαν στημένη», δηλώνει αργότερα ο πατέρας του.
Η κηδεία του δολοφονημένου αγωνιστή γίνεται σε συνθήκες άγριας τρομοκρατίας, νύχτα κατά παράβαση των θρησκευτικών κανόνων, ενώ οι αστυνομικοί δεν αφήνουν ούτε τους γονείς του νεκρού να δώσουν τον ύστατο χαιρετισμό στον λεβέντη τους. Την ίδια στιγμή, χιλιάδες οργισμένου λαού έξω από τα νεκροταφεία της Ευαγγελίστριας επαναλαμβάνουν επί ώρες την κραυγή: «Δολοφόνοι».
Η δίκη του δολοφόνου χωροφύλακα θα γίνει πέντε μήνες αργότερα στο Κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης και οι αστυνομικοί που θα παρελάσουν ως μάρτυρες υπεράσπισης προσπαθούν ενορχηστρωμένα να δημιουργήσουν κλίμα ότι πυροβολήθηκε ο Βελδεμίρης γιατί τάχα οι Αρχές είχαν πληροφορία ότι από το σημείο εκείνο επρόκειτο να περάσουν... λαθρέμποροι! Το αποτέλεσμα της δίκης; Ο Φιλίππου καταδικάστηκε σε μόνο 4 χρόνια φυλάκιση, έμεινε σε αγροτικές φυλακές τα 2 και έκτοτε κυκλοφορούσε ελεύθερος μέχρι το θάνατό του στη Θεσσαλονίκη. Η απόφαση εκείνου του δικαστηρίου είχε προκαλέσει καγχασμό, με τον εισαγγελέα της έδρας Παύλο Δελαπόρτα να δηλώνει αγορεύοντας ότι «οι ένορκοι δεν υπήρξαν καλοί εργάται της δικαιοσύνης». 
Για τον Στέφανο Βελδεμίρη - του Σπύρου Κουζινόπουλου ("Φάρος του Θερμαικού", με πλούσιο υλικό)
Η χρονική σύμπτωση δεν φαίνεται τυχαία. Είναι πολύ πιθανό ότι ο Βασίλης Ρώτας παρακινήθηκε από τη δολοφονία του Στέφανου Βελδεμίρη (τον οποίο ο Γιάννης Ρίτσος αποκαλεί «Ακανθοστέφανο», παραπέμποντας στην Μεγάλη Πέμπτη των Παθών), και πήρε την πρωτοβουλία να μεταφράσει τα τραγούδια του Όμηρου και να τα προτείνει στον Θεοδωράκη. Ακολούθησε ο Λεων. Τριβιζάς με το θεατρικό έργο. Ωστόσο, στην αρχική μετάφραση του Ρώτα και στο δίσκο με τη μουσική του θεατρικού έργου, παραμένει η ακριβής «Ιρλανδική αλήθεια»: Το Γελαστό Παιδί σκοτώνεται από τους «δικούς μας». Αλλά τι ήταν αυτοί που σκότωσαν τον Στέφανο Βελδεμίρη - άν δεχθούμε ότι με αυτόν γίνεται η Ελληνική ταύτιση; «Οι εχθροί μας» ή «οι δικοί μας»;
Οι «εχθροί» και οι «οι φασίστες» εμφανίζονται ως δράστες μεταγενέστερα, στην εποχή της δικτατορίας, και κυρίως με την εκδοχή της ταινίας «Ζ». Το 1972 ο Βασίλης Ρώτας ήταν 83 ετών.

Άλλωστε είναι εντελώς φανερό ότι η μεταγενέστερη στιχουργική εκδοχή είναι λογικά «εκβιασμένη»:
Αμέσως μετά το «σκοτώσαν οι εχθροί μας το γελαστό παιδί»,
έρχεται εντελώς αταίριαστη η
«ευχή», ότι θα ήταν προτιμότερος ένας άλλος θάνατος: Θα ήταν καλύτερα ο Μάϊκλ να είχε σκοτωθεί στην εξέγερση του Πάσχα 1916 ή να πέθανε στη φυλακή, παρά να πάει από βόλι Ιρλανδού:
«Μον’ να `ταν σκοτωμένο στου αρχηγού το πλάι
και μόνον από βόλι Εγγλέζου να `χε πάει
κι από απεργία πείνας μέσα στη φυλακή
θα `ταν τιμή μου που `χασα το γελαστό παιδί».
Ο Βασίλης Ρώτας, ο μεταφραστής των δραμάτων του Σαίκσπηρ και του Σίλλερ, δεν θα «εκβίαζε» τέτοια νοηματική και ποιητική ασυνέπεια. Άλλωστε, η σύγκριση με το πρωτότυπο του Behan δείχνει ότι ήξερε πολύ καλά, και με επακριβείς λεπτομέρειες, περί τίνος πρόκειται: Ο Pearse ήταν πράγματι ο αρχηγός, ο Collins είχε πολεμήσει στο πλευρό του, στο Κεντρικό Ταχυδρομείο στην Εξέγερση του Πάσχα, ο Ashe πέθανε σε απεργία πείνας, αφού του δόθηκε τροφή δια της βίας στη φυλακή του Mountjoy. Η πραγματική Ιρλανδική ιστορία είναι τραγική όπως τα πιό σκοτεινά Σαικσπηρικά δράματα του Λήρ και του Άμλετ. Και δείχνει την καταστροφή που φέρνει ο αγώνας για εξουσία όπως έδειξε ο Φρειδερίκος Σίλλερ στα έργα του, από τους Ληστές έως στον Δημήτριο

THE LAUGHING BOY

From THE HOSTAGE (The original in English)
By: Brendan Behan

It was on an August morning,
all in the moring hours,
Ιρλανδικό γραμματόσημο -  Pearse
I went to take the warming air
all in the month of flowers,

And there I saw a maiden
and heard her mournful cry,
Oh, what will mend my broken heart,
Iʼ ve lost my Laughing Boy.

So strong, so wide, so brave he was,
Iʼ ll mourn his loss too sore
When thinking that weʼll hear the laugh
Patrick Henry Pearse
or springing step no more.

Ah, curse the time, and sad the loss
my heart to crucify,
Than an Irish son, with a rebel gun,
shot down my Laughing Boy.

Oh, had he died by Pearses (1) side,
or in the G.P.O. (2),
Killed by an English bullet
from the rifle of the foe,

Or forcibly fed while Ashe (3) lay
dead in the dungeons of Mountjoy,
Thomas Patrick Ashe
Id have cried with pride at the way he died,
my own dear Laughing Boy.

My princely love, can ageless love
do more than tell to you
Go raibh mile maith Agath (4),
for all you tried to do,

For all you did and would have done,
my enemies to destroy,
Ill prize your name and guard your fame,
my own dear Laughing Boy.


Michael Collins
Michael Collins (στην Γαελική Ιρλανδική: Mícheál Ó Coileáin, 16 Οκτωβρίου 1890 – 22 Αυγούστου 1922) 

(1) Patrick Henry Pearse (ή Pádraic ή Pádraig Pearse, στην Γαελική Ιρλανδική γλώσσα Pádraig Anraí Mac Piarais; (1879 – 3 Μαΐου 1916): Ιρλανδός δάσκαλος, στρατιωτικός ηγέτης της Ιρλανδικής Εξέγερσης του Πάσχα (1916). Μετά την κατάπνιξη της εξέγερσης απο τον Βρετανικό στρατό, 15 απο τους αρχηγούς, μεταξύ των οποίων ο Pearce, καταδικάσθηκαν σε θάνατο και εκτελέσθηκαν.
  
(2) G.P.O. (General Post Office), το Κεντρικό Ταχυδρομικό Γραφείο του Δουβλίνου, το σημείο όπου άρχισε η Εξέγερση του Πάσχα.

(3) Thomas Patrick Ashe (στα Γαελικά Ιρλανδικά Tomás Pádraig Ághas, 1885 – 25 Σεπτεμβρίου 1917): Ιρλαδός επαναστάτης, διοικητής της ανταρτικής Ταξιαρχίας Fingall στην Εξέγερση του Πάσχα. Μετά την κατάπνιξη της εξέγερσης, και με εντολή του Pearce, η ταξιαρχία άν και νίκησε σε μάχες εξω απο το Δουβλίνο, παρέδωσε τα όπλα. H θανατική ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια. Πέθανε σε απεργία πείνας στη φυλακή Mountjoy, στο Δουβλίνο, αφού πρώτα του έδωσαν τροφή με την βία.
 
(4) Go raibh mile maith Agath : Στα Γαελικά Ιρλανδικά κατά λέξη σημαίνει «εύχομαι να έχεις χίλια καλά πράγματα», και είναι ο τρόπος με τον οποίο οι Ιρλανδοί λένε το «χίλια ευχαριστώ» 

Υπάρχει συμπέρασμα; Πότε ο
αντίπαλος γίνεται εχθρός;
Η αλήθεια στο έργο τέχνης άντεξε όταν έγινε χρήση του για τον πολιτικό, κοινοβουλευτικό αγώνα, έστω και υπό συνθήκες άνισες, βίας και νοθείας του 1960. «Λύγισε» όμως και εργαλειοποιήθηκε σε βαθμό μη αναγνωρίσιμο, με την πολιτική χρήση για τις ανάγκες του αντιδικτατορικού αγώνα. Άραγε, το ψεύδος του ολοκληρωτικού καθεστώτος είχε τέτοια δύναμη, ώστε σαν «μαγνητικό πεδίο», επηρέαζε και παραμόρφωνε τα πάντα γύρω, ακόμη και την άρνηση του;
Αυτές οι μυθοποιήσεις και εργαλειακές χρήσεις της ιστορίας και της τέχνης, σκεπάζουν ένα σκληρό πολιτικό-ηθικό ζήτημα: Πότε ο εθνικός, πολιτικός ή κοινωνικός-ταξικός αντίπαλος γίνεται εχθρός; Δηλαδή, πότε ο αγώνας δεν γίνεται για νίκη σε μια αναμέτρηση με κανόνες και (αυτο)περιορισμούς, αλλά απαιτεί και εξόντωση του αντιπάλου; Και ποιός αντίπαλος γίνεται εχθρός; Μόνον ο εξωτερικός, ο «άλλος», ή και ο ομοεθνής πολιτικός ή ταξικός αντίπαλος; Γιατί ο ένας και όχι ο άλλος; Ή γιατί και οι δύο; Τελικά, ποιοί είναι «οι δικοί μας» και ποιοί είναι «οι εχθροί μας»;
Ο Brendan Behan γράφοντας τον Όμηρο και το Γελαστό Παιδί 30 χρόνια μετά τον Ιρλανδικό Εμφύλιο, είναι σαφής ότι οι αντίπαλοι ήταν «οι δικοί μας». Δεν μπορεί να μιλήσει για «εχθρούς Ιρλανδούς». Ούτε και ο νεαρός αθώος Άγγλος στρατιώτης είναι «εχθρός». Άν είσαι αθώος, δεν γίνεται να είσαι εχθρός. Ωστόσο, στα γεγονότα του 1921 - 1922, αυτοί οι Ιρλανδοί αντίπαλοι σκότωναν ο ένας τον άλλο σαν αδυσώπητοι εχθροί, και όλοι μαζί σκότωναν αθώους Άγγλους κληρωτούς που μέσα τους δεν έδιναν δεκάρα για την κατοχή της Ιρλανδίας, ή σκοτώνονταν από αυτούς.

Τέτοιες μυθοποιήσεις, που παραμορφώνουν την πραγματικότητα, δεν είναι Ελληνική ιδιομορφία, ούτε μονοπώλιο των αριστερών: Είναι συνηθισμένες παντού όπου συμβαίνουν ακραία πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα. Όπως βίαιες επαναστάσεις, αποτυχημένες και επιτυχημένες, δικτατορίες, εμφύλιοι πόλεμοι. Προπαντός εμφύλιοι. Γεγονότα που καταστρέφουν πλήθος ανθρώπινων ζωών.
Η Ελληνική και η Ιρλανδική εμπειρία, δύο ανόμοιες αλλά αδελφές Ευρωπαϊκές εμπειρίες νικηφόρων επαναστάσεων και αδελφοκτόνων εμφυλίων, το αποδεικνύουν. Παραμένουν μυθοποιημένα πάρα πολλά από την Επανάσταση του 1821. Άλλα τόσα από τον Ελληνικό Εμφύλιο 1946 - 1949 και την μετεμφυλιακή ανωμαλία των δεκαετιών 1950 -1960, που έχουν να κάνουν κυρίως με την πόλωση δεξιάς και αριστεράς. 
Για το μέρος που της αναλογεί, η Ελληνική αριστερά ως όλον, στις σχετικά ευνοϊκές συνθήκες μετά το 1974, απέτυχε να εκκαθαρίσει αυτό το σαθρό έδαφος των μετεμφυλιακών (αλλά και των εθνικών) ιδεολογημάτων, δηλαδή ψευδούς συνείδησης. Μόνον αυτή όμως;
Η Ιρλανδική εμπειρία επαναστάσεων και εμφυλίου του 20ού αιώνα, πολύ λίγο έχει να κάνει με την αντίθεση δεξιάς και αριστεράς. Αλλά μένει ακόμη πολύ σκοτεινή και ανεπαρκώς μελετημένη, γεμάτη μύθους και θρύλους, άλλους κοντά στα πράγματα, άλλους παραμορφωτικούς. Ο Κόλλινς, το Γελαστό Παιδί, και ο Πήρς έγιναν θρύλοι, αγιοποιήθηκαν, επειδή σκοτώθηκαν. Όμως, δεν υπήρχαν «σκιές» στον βίο του Κόλλινς; Από τους Άγγλους κατηγορήθηκε για τρομοκρατική πράξη: Ότι και με δική του εντολή, 2 μέλη του IRA Λονδίνου, δολοφόνησαν τον Άγγλο στρατηγό Sir Henry Wilson. Έξι ημέρες μετά τις εκλογές που επικύρωσαν την ειρήνευση. Ο Wilson ως διοικητής είχε συγκρουσθεί στην Ιρλανδία πολλές φορές με ανταρτικές μονάδες, πολλοί φίλοι και συμπολεμιστές του Κόλλινς είχαν σκοτωθεί από τα πολυβόλα του Ουίλσον. Υπήρχαν προηγούμενα. O Collins και οι Ιρλανδοί ηγέτες αρνήθηκαν κάθε ανάμειξη, αλλά αυτή η συζήτηση κράτησε μέχρι το 1950. 
Ασαφές έμεινε ακόμη, άν με εντολή του Κόλλινς άρχισε η επίθεση των κυβερνητικών στο κτίριο Four Courts του Δουβλίνου, κατειλημμένο από τους αντιπάλους της Συνθήκης. Η σύγκρουση αυτή, η Μάχη του Δουβλίνου τον Ιούλιο του 1922, ήταν η πρώτη μάχη του Ιρλανδικού Εμφυλίου. Στη μάχη ή με συλλήψεις και αργότερα εκτελέσεις, στοίχισε τη ζωή πολλών ηγετών του πολέμου της ανεξαρτησίας, ιδίως από την πλευρά των στασιαστών, όπως των Cathal Brugha Harry BolandRory O'Connor, Richard Barrett, Liam Mellows.
De Valera
Ο Έϊμον Ντέ Βαλέρα, [Éamon de Valera], χάρις την Αμερικανική του υπηκοότητα, επέζησε άν και καταδικασμένος σε θάνατο. Συμπολεμιστής αρχικά του Κόλλινς, άσπονδος πολιτικός του αντίπαλος στη συνέχεια, άνοιξε το δρόμο για τον αδελφοκτόνο Ιρλανδικό Εμφύλιο, αρνούμενος τη Συνθήκη Ειρήνης. Άλλαξε πολλές φορές πολιτική άποψη και καθώς επέζησε, δεν έγινε θρύλος ή τραγούδι. Όμως κυριάρχησε στην Ιρλανδική πολιτική ζωή από το 1932 μέχρι το 1959. Μετά έγινε επί 14 χρόνια Πρόεδρος της Δημοκρατίας (μέχρι τα 90 του), έβαλε την Ιρλανδία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και για πολλούς Ιρλανδούς είναι ένα είδος «πατέρα του έθνους». Και αυτό μυθοποίηση είναι, από αντίστροφο δρόμο...
Όλοι θυμούνται τον Γρηγόρη Λαμπράκη: Ήταν γιατρός, βουλευτής, διάσημος αγωνιστής της ειρήνης. Ένας θρύλος. Όμως σχεδόν ξεχάστηκαν ο Στέφανος Βελδεμίρης και ο Διονύσης Κερπινιώτης: Νεαρά φτωχά παιδιά ήταν, στην αρχή της ζωής τους, τρυφερές ψυχές, στα μνήματά τους θα μπορούσε να γράφει «Here Lies One Whose Name Was Written in Water» (John Keats)

Η Ιστορία είναι σκληρή εξουσιάστρια. Αυταπατώνται όσοι νομιζουν ότι «είναι με το μέρος μας». Μακάρι να ήταν έστω και ουδέτερη. Αλλά είναι η ίδια η καταστροφή, όπως επισήμανε o Βάλτερ Μπένγιαμιν.

Γιώργος Β. Ριτζούλης
Ιρλανδικό αντάρτικο: The Pogues - Michael Collins
Michael Collins, του John Lavery (1856–1941)
 


(της Ρούλας Γκόλιου - στον ιστότοπο Μετά την Κρίση)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις 2013 - 2022

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται
Χρίστος Αλεξόπουλος: Κλιματική κρίση και κοινωνική συνοχή

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:
Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:<br>Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι
Πως η αγάπη επουλώνει τη φθορά του κόσμου

Danilo Kiš:

Danilo Kiš:
Συμβουλές σε νεαρούς συγγραφείς, και όχι μόνον

Predrag Matvejević:

Predrag Matvejević:
Ο Ρωσο-Κροάτης ανιχνευτής και λάτρης του Μεσογειακού κόσμου

Azra Nuhefendić

Azra Nuhefendić
Η δημοσιογράφος με τις πολλές διεθνείς διακρίσεις, γράφει για την οριακή, γειτονική Ευρώπη

Μάης του '36, Τάσος Τούσης

Μάης του '36, Τάσος Τούσης
Ο σκληρός Μεσοπόλεμος: η εποχή δοσμένη μέσα από τη ζωή ενός ανθρώπου - συμβόλου

Ετικέτες

«Γενιά του '30» «Μακεδονικό» 1968 1989 αειφορία Ανδρέας Παπανδρέου αντιπροσωπευτική δημοκρατία Αριστοτέλης Αρχιτεκτονική Αυστρομαρξισμός Βαλκανική Βαρουφάκης βιοποικιλότητα Βρετανία Γαλλία Γερμανία Γκράμσι Διακινδύνευση Έθνος και ΕΕ Εκπαίδευση Ελεφάντης Ενέργεια Επισφάλεια ηγεμονία ΗΠΑ Ήπειρος Θ. Αγγελόπουλος Θεοδωράκης Θεσσαλονίκη Θεωρία Συστημάτων Ιβάν Κράστεφ ιστορία Ιταλία Καντ Καρλ Σμιτ Καταναλωτισμός Κεντρική Ευρώπη Κέϋνς Κίνα Κλιματική αλλαγή Κοινοτισμός κοινωνική ανισότητα Κορνήλιος Καστοριάδης Κοσμάς Ψυχοπαίδης Κράτος Πρόνοιας Κώστας Καραμανλής Λιάκος Α. Λογοτεχνία Μάνεσης Μάξ Βέμπερ Μάρξ Μαρωνίτης Μέλισσες Μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης Μέσα Ενημέρωσης Μεσόγειος Μεταπολίτευση Μιχ. Παπαγιαννάκης Μουσική Μπερλινγκουέρ Νεοφιλελευθερισμός Νίκος Πουλαντζάς Νίτσε Ο τόπος Οικολογία Ουκρανία Π. Κονδύλης Παγκοσμιοποίηση Παιδεία Πράσινοι Ρήγας Ρίτσος Ρωσία Σεφέρης Σημίτης Σολωμός Σοσιαλδημοκρατία Σχολή Φραγκφούρτης Ταρκόφσκι Τουρκία Τραμπ Τροβαδούροι Τσακαλώτος Τσίπρας Φιλελευθερισμός Φιλοσοφία Χαλκιδική Χέγκελ Χριστιανισμός Acemoglu/Robinson Adorno Albrecht von Lucke André Gorz Axel Honneth Azra Nuhefendić Balibar Brexit Carl Schmitt Chomsky Christopher Lasch Claus Offe Colin Crouch Elmar Altvater Ernst Bloch Ernst-W. Böckenförde Franklin Roosevelt Habermas Hannah Arendt Heidegger Jan-Werner Müller Jeremy Corbyn Laclau Le Corbusier Louis Althusser Marc Mazower Matvejević Michel Foucault Miroslav Krleža Mudde Otto Bauer PRAXIS International Ruskin Sandel Michael Strauss Leo Streeck T. S. Eliot Timothy Snyder Tolkien Ulrich Beck Wallerstein Walter Benjamin Wolfgang Münchau Zygmunt Bauman

Song for the Unification (Zbigniew Preisner -
Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube

Song for the Unification (Zbigniew Preisner - <br>Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube
Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον...
Ἡ ἀγάπη ...πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει...
Νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα·
μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη (προς Κορινθ. Α΄ 13)

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»
«Είμαι βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξος αλλά μακροπρόθεσμα αισιόδοξος»

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας
«Χριστούγεννα με τον Κοκκινολαίμη – Το Αηδόνι του Χειμώνα»

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι